σπαράγματα

σπαράγματα
σπάραγμα
piece torn off
neut nom/voc/acc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • σπαράγματ' — σπαράγματα , σπάραγμα piece torn off neut nom/voc/acc pl σπαράγματι , σπάραγμα piece torn off neut dat sg σπαράγματε , σπάραγμα piece torn off neut nom/voc/acc dual …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μέλπηθρα — μέλπηθρα, τὰ (Α) 1. (για άταφο πτώμα) λεία τών κτηνών («μὴ κεῑνος ἀνὴρ ἔτι νοστήσειεν ἐκ Τροίης, ἀλλ αὖθι κυνῶν μέλπηθρα γένοιτο», Ομ. Ιλ.) 2. (κατά τον Ησύχ.) «μέλπηθρα σπαράγματα, παίγνια, ἑλκύσματα». [ΕΤΥΜΟΛ. < μέλπω «εξυμνώ, τραγουδώ» +… …   Dictionary of Greek

  • πόντιος — Άγιος της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. Μαρτύρησε στην Κρήτη, στα χρόνια του Δέκιου (249 – 251) με αποκεφαλισμό, μαζί με τους Θεόδουλο, Σατορνίνο, Εύπορο, Γελάσιο, Ευνικιανό, Ζωτικό, Αγαθόπου, Βασιλίδη και Ευάρεστο. Η μνήμη του τιμάται στις 23… …   Dictionary of Greek

  • ψάμμα — (I) ατος, τὸ, Α (κατά τον Ησύχ.) στον πληθ. ψάμματα «σπαράγματα». [ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. συνδέεται προφανώς με τηλ. ψάμμος*]. (II) ἡ, Α (δωρ. τ.) βλ. ψάμμος …   Dictionary of Greek

  • Κέα ή Τζια — Νησί (131 τ. χλμ., 2.417 κάτ.) των Κυκλάδων, το δυτικότερο και πλησιέστερο προς την Αττική. Υπάγεται διοικητικά στον νομό Κυκλάδων και πρωτεύουσά του είναι ο οικισμός Ιουλίς (701 κάτ.). Έχει σχήμα επίμηκες, σχεδόν ωοειδές, με ελαφρά νοτιοδυτική… …   Dictionary of Greek

  • Κραννών — I Αρχαία πόλη της Θεσσαλίας, στα ΝΔ της Λάρισας. Σύμφωνα με τις άμεσες και έμμεσες πληροφορίες των ιστορικών και των περιηγητών, εικάζεται ότι ήταν η σπουδαιότερη πόλη σε πλούτο και δύναμη ύστερα από τη Λάρισα, στην περιοχή της Πελασγιώτιδας.… …   Dictionary of Greek

  • Λαρίσης, νομός — Διοικητική διαίρεση (5.555 τ. χλμ., 279.305 κάτ.) της περιφέρειας Θεσσαλίας, στο βορειοανατολικό της τμήμα. Συνορεύει στα Β με τους νομούς Πιερίας και Κοζάνης, στα Δ με τους νομούς Γρεβενών, Τρικάλων και Καρδίτσης, στα Ν με τους νομούς Φθιώτιδος… …   Dictionary of Greek

  • Μαγνησίας, νομός — Διοικητική διαίρεση (2.636 τ. χλμ., 206.995 κάτ.) της περιφέρειας Θεσσαλίας, που ωστόσο δεν συμπίπτει εντελώς με τα όρια της περιοχής της αρχαίας Μαγνησίας. Ο σημερινός ν.Μ. συνορεύει στα Β και στα Δ με τον νομό Λαρίσης, στα Ν με τον νομό… …   Dictionary of Greek

  • Μιλλιέξ-Γκρίτση, Τατιάνα — (Milliex, Αθήνα 1920 –). Πεζογράφος, σύζυγος του Γάλλου ελληνιστή Ροζέ Μιλλιέξ (βλ. λ.). Σπούδασε γαλλική φιλολογία στο Γαλλικό Ινστιτούτο Αθηνών και στη Σχολή Ανατολικών Γλωσσών του Παρισιού. Ασχολήθηκε με τη δημοσιογραφία, με την κριτική… …   Dictionary of Greek

  • Μουσείο Μιστρά — Το μουσείο του Μιστρά στεγάζεται στο συγκρότημα του μητροπολιτικού μεγάρου, στη δυτική πλευρά της αυλής του Αγίου Δημητρίου, της Μητρόπολης του Μιστρά. Μια επιγραφή που σώζεται στον εξώστη, αριστερά από την πόρτα του μουσείου, μας πληροφορεί ότι… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”